Κυριακή 4 Μαρτίου 2012

Οι μοναξιές των πρωθυπουργών - μπαστούνι.

Το τέλειο με το γράψιμο είναι ότι όταν ξεκινάς να γράφεις δεν ξέρεις πως θα συνεχίσει το πράγμα κάτι το οποίο ισχύσει σε πολύ μεγάλο βαθμό και για το κάψιμο, ας πούμε αν ξεκινήσει από την κουρτίνα η οποία ποτέ δεν κατάλαβα πως καθαρίζει, αν καθαρίζει και γιατί στον πέο την βάζουμε ούτως ή άλλως, μπορεί κάλλιστα, καλλιστώ, καλυψώ γκομενάρα, να συνεχίσει στα ντουβάρια, θα ήταν πάρα πάρα παραραραραραραραραραραμ ωραία αν μπορουσαν να καούν και τα ντουβάρια. Πιθανότατα ισχύει και για το βάψιμο και για τη ζωγραφική αλλά και για τα ντουβάρια, ω θεέ μου να'τα πάλι τα γαμημένα τα ντουβάρια. Μάλλον και για το θάψιμο όταν πας να θάψεις κάτι αλλά δεν ξέρεις τι από όλα. Όλα όμως και θα μέναν μόνο οι σκελετοί των κτιρίων, πάντα το έβρισκα αρκετά μακάβριο ότι τους λέμε σκελετούς κτιρίων, το κάνει λίγο γκοθ να πούμε το πράγμα και λίγο ντεθ ροκ το οποίο μαρέσει πολύ. Μικρός το κρεββάτι μου ήταν πάντα κολλημένο στον τοίχο. πάντα. και πάντα είχε δύο πλευρές, την καλή και την κακή. Αυτό που με τρομοκρατούσε όσο τίποτα άλλο ήταν κατα λάθος κατά τη διάρκεια της νύχτας να ξυπνήσω από τη λάθος πλευρά, η λάθος πλευρά ήταν φυσικά αυτή προς τον τοίχο, που δεν έβλεπε το φωτάκι στην πρίζα και ήταν σκοτεινή και ήμουν σίγουρος ότι εκεί κοιτούσαν νεκροκεφαλές μέσα σε μαύρο φόντο, αλλά όχι ότι και ότι νεκροκεφαλές, σαν και αυτές του σκέλετορν από τον χιμαν ο οποίος σε κάποια φάση είχε και τη σή-ρα η οποία ήταν ψιλοπύρκαβλο εάν θυμάμαι καλά. Το καλό με το να γράφεις συνειρμηκά είναι ότι δεν είναι ανάγκη να σε νοιάζει και πολύ τι θα γίνει και αν θα γίνει. Υπάρχει ένα συγκεκριμένο κενό. Ένα κενό κενάτο αεράτο και τρικούβερτο. Έχει ξαφνικά ενδιαφέρον να γράψει κάποιος σε στρώσεις, περίπου όπως είναι τα layers του photoshop, να ξαναγυρνάς και να χώνεις προτάσεις ανάμεσα από άλλες προτάσεις.

Τώρα υποτίθεται ότι το κείμενο πρέπει να πιάσει τη φλέβα και να πάει για το κόκκαλο γιατί έτσι και καλά γράφονται απότι κατάλαβα τα ζόρικα μαγκιόρικα κείμενα. Αλλά μπορεί να μην πάει και πουθενά. Τελευταία με απασχολούν ενίοτε οι μοναξιές των πρωθυπουργών αν υπάρχουν και πως υπάρχουν. Δεν έχω κανένα εχθρό στον κόσμο.

Α- Που είσαι ρε Β?
Β- Να εδώ ημουν χτες με τον Γάμμα
Α- Τι κάνει? Γαμάει
Β- Γιατί είσαι εσύ ρε πούστη μου ο Α και εγώ ο Β πάλι?
Α- Έτσι είναι αυτά ρε μαλάκα.
Β- Ο Γάμα γαμάει και ο βήτα τραγουδάει
Α- Μα αυτό δεν πάει
Β- Πάει δεν πάει ο Γάμμα γαμάει και εμείς καθόμαστε εδώ και κάνουμε τα γράμματα σε διάλογο
Α- Δεν τα κάνουμε εμείς ρε ο άλλος τα κάνει
Β- Ποιός άλλος?
Α- Όχι ο άλλος. Ο Άλλος με κεφαλαίο. Γράφει και αν θέλει μπορεί αν πάσα στιγμή να μας σκοτώσει.
Β- (Ο Β κόβεται στα δύο σαν αμοιβάδα και γίνεται δύο ημικύκλια)
Β1- Ρε πούστη μου έμεινα μισός
Β2- Κι εγώ
Β1- Ε βέβαια ηλίθιε, αφού είσαι ο άλλος μισός, πως θα γινόταν δηλαδή να μείνω εγώ μισός και εσύ όχι?
Β2- Σε μισώ ρε μισό.
Β1- Μισό χέσιμο. Μισογίναμε.
Α- Σας το είπα μαλάκες ότι ο Άλλος δεν αστειεύεται
Β1- Από τότε που έκανε την μαλακία και σταμάτησε την αλφάβητο στο Ω έχει μοναξιές
Β2- Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί ο μαλάκας σταμάτησε στα 24, δηλαδή ρε πούστη μου εσυ φτιάχνεις την αλφαβήτα και μπορείς να βάλεις όσα γράμματα γουστάρεις, γιατί σταματάς δηλαδή? Και μετά φυσικά βαρέθηκες.
Β1- Λες γιαυτό να μας κόβει στη μέση?
Β2- Μπορεί αλλά και τι έγινε δηλαδή
Α- ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
Β1- Γιατί φωνάζει αυτός?
Β2- Γιατί είναι ο Α. Άλφα διαλογής. Και γιατί μπορεί. Εσύ τι θα κάνεις δηλαδή? ΒΒΒΒΒΒΒΒβ? δεν γίνεται ρε μαλάκα, πόσο μάλιστα τώρα που είσαι Β1, τι θα έλεγες δηλαδή Β1Β1Β1Β1Β1Β1Β1? ψιλοηλίθιο είναι.
Β1- Όντως. Τα νούμερα ο ίδιος τα έβγαλε?
Α- ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ!!!
Β2- Σκάσε εσύ. Όχι τα έβγαλε άλλος, πιο έξυπνος που δεν σταμάτησε και κατεπετεπτετπετέκταση δεν βαριέται.
Β1- Καλή φάση.

Αρχίζω να είμαι σχεδόν σίγουρος ότι αυτό το συνειρμικό πανικιλίκι γραψίματος ουδεμία σχέση με ταλέντο έχει αλλά είναι ένα πνευματικό σκουπιδαριό που προκαλεί η γαμημένη φασαρία πληροφόρησης που δέχομαι καθημερινά και με την οποία έχω κακιώσει κανονικότατα. Θα κρατήσω την αναπνοή μου να ξεφύγω από αυτές τις μαλακίες. Amused to death.


Τις προάλλες στο νοσοκομείο ένας παππούς περίμενε υπομονετικά να εγχειριστεί, αμίλητος και στεναχωρημένος με την γυναίκα του δίπλα, κρατούσε ένα μπαστούνι και καθιστός, ακουμπούσε το πηγούνι του πάνω του. Όταν πήγαν να του το πάρουν ζήτησε να του το αφήσουν, όταν τον ρώτησαν γιατί και του εξήγησαν ότι δεν θα το χρειάζεται μέσα στο χειρουργείο, ο παππούς απάντησε
"για παρηγοριά".
Η καρδιά μου σχίστηκε στα δυό. Ο κόσμος όλος σωριάστηκε πάνω μου.